...
Show More
«Α! Ορίστε, λοιπόν, κάντε το! Τι έχω να κάνω άραγε σ’ αυτόν τον κόσμο; Οι άλλοι πασχίζουν για πλούτη, δόξα, εξουσία! Εγώ δεν έχω επάγγελμα, εσείς είστε η αποκλειστική μου ασχολία, όλη μου η περιουσία, ο σκοπός, το κέντρο της ύπαρξής μου, των σκέψεών μου. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσάς, όπως δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τον αέρα του ουρανού! Δεν νιώθετε τη λαχτάρα της ψυχής μου να ανεβαίνει προς τη δική σας και να γίνονται αναγκαστικά ένα κι ότι εγώ πεθαίνω γι’ αυτό;»
Στην Αισθηματική Αγωγή ο Φλωμπέρ παραδίδει μαθήματα ματαίωσης και αφοσίωσης μέσα από την αφήγηση της ζωής ενός φιλόδοξου νέου, του Φρεντερίκ Μορώ. Ο Φρεντερίκ συστήνεται με έναν ευκατάστατο έμπορο τέχνης, τον Ζακ και τη σύζυγό του Μαρί, σαν ύμνος στην τυχαιότητα. Από εκείνη τη πρώτη στιγμή ερωτεύεται τη Μαρί και θα συνεχίσει την αγαπά αδιάλειπτα, αιώνια, απραγματοποίητα.
Πρόκειται για ένα έργο που τους ικανοποιεί όλους (εντάξει όχι τον Henry James), τους απόλυτα κυνικούς, τους παθιασμένους ιστορικούς, τους ιδεολόγους που πάσχουν από ρομαντικά ιδανικά, τους πολέμιους, τους ειρηνιστές, τους κουραστικούς μαχητές του λόγου, τους λάτρεις των τεχνών, τους δίκαιους ρεαλιστές και τους αρρώστους ερωτευμένους.
Οι απαγορευμένες σχέσεις μεταξύ Φρεντερίκ και Μαρί είναι το σάλι που έρχεται να σκεπάσει το σύμπαν του Φλωμπέρ, δηλαδή τη πλοκή, όσο προβάλει περήφανα πόσο δουλεμένο είναι μέχρι τη τελευταία λεπτομέρεια γύρω από την επανάσταση του 1848, τη παριζιάνικη ζωή και τις βαθιές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές της μεσαίας τάξης, κάτι που λειτουργεί διακριτικά κάτω από τη μύτη του αναγνώστη σαν μουσικό κουτί, μέσα από εκφράσεις και ροφήματα της εποχής. Καθρεπτίζεται με απαξίωση και ακρίβεια ο ρόλος του χρήματος και η δουλικότητα των ανθρώπων στην άμορφη αυτή εξουσία, μέσα από την εξαφάνιση και την επιστροφή των προσώπων, ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση εκείνο το φεγγάρι.
Οι περίπλοκοι χαρακτήρες είναι γεμάτοι ελαττώματα, ορατά μέσα από το μακροχρόνια σχεδιασμένο πορτραίτο τους: Η μητέρα και η Μαρί είναι οι πιο αθώες μιας και ερμηνεύτηκαν λιγότερο διεξοδικά, σε αντίθεση με τους άντρες πρωταγωνιστές (και τις ‘ανήθικες γυναίκες’) όπου στους περισσότερους υπερίσχυσε η ματαιοδοξία, η δειλία και ο νεανικός αυθορμητισμός. Συγκινητικά τα τελευταία κεφάλαια, όπου οι ήρωες ωριμάζουν και η ματαίωσή τους αποκτά πιο ρεαλιστική επίγευση, όπως και οι ίδιες οι περιγραφές γίνονται πιο μαλακές, στερούμενες προηγούμενή πολυλογία, ως κλείσιμο μιας εποχής.
Στην Αισθηματική Αγωγή ο Φλωμπέρ παραδίδει μαθήματα ματαίωσης και αφοσίωσης μέσα από την αφήγηση της ζωής ενός φιλόδοξου νέου, του Φρεντερίκ Μορώ. Ο Φρεντερίκ συστήνεται με έναν ευκατάστατο έμπορο τέχνης, τον Ζακ και τη σύζυγό του Μαρί, σαν ύμνος στην τυχαιότητα. Από εκείνη τη πρώτη στιγμή ερωτεύεται τη Μαρί και θα συνεχίσει την αγαπά αδιάλειπτα, αιώνια, απραγματοποίητα.
Πρόκειται για ένα έργο που τους ικανοποιεί όλους (εντάξει όχι τον Henry James), τους απόλυτα κυνικούς, τους παθιασμένους ιστορικούς, τους ιδεολόγους που πάσχουν από ρομαντικά ιδανικά, τους πολέμιους, τους ειρηνιστές, τους κουραστικούς μαχητές του λόγου, τους λάτρεις των τεχνών, τους δίκαιους ρεαλιστές και τους αρρώστους ερωτευμένους.
Οι απαγορευμένες σχέσεις μεταξύ Φρεντερίκ και Μαρί είναι το σάλι που έρχεται να σκεπάσει το σύμπαν του Φλωμπέρ, δηλαδή τη πλοκή, όσο προβάλει περήφανα πόσο δουλεμένο είναι μέχρι τη τελευταία λεπτομέρεια γύρω από την επανάσταση του 1848, τη παριζιάνικη ζωή και τις βαθιές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές της μεσαίας τάξης, κάτι που λειτουργεί διακριτικά κάτω από τη μύτη του αναγνώστη σαν μουσικό κουτί, μέσα από εκφράσεις και ροφήματα της εποχής. Καθρεπτίζεται με απαξίωση και ακρίβεια ο ρόλος του χρήματος και η δουλικότητα των ανθρώπων στην άμορφη αυτή εξουσία, μέσα από την εξαφάνιση και την επιστροφή των προσώπων, ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση εκείνο το φεγγάρι.
Οι περίπλοκοι χαρακτήρες είναι γεμάτοι ελαττώματα, ορατά μέσα από το μακροχρόνια σχεδιασμένο πορτραίτο τους: Η μητέρα και η Μαρί είναι οι πιο αθώες μιας και ερμηνεύτηκαν λιγότερο διεξοδικά, σε αντίθεση με τους άντρες πρωταγωνιστές (και τις ‘ανήθικες γυναίκες’) όπου στους περισσότερους υπερίσχυσε η ματαιοδοξία, η δειλία και ο νεανικός αυθορμητισμός. Συγκινητικά τα τελευταία κεφάλαια, όπου οι ήρωες ωριμάζουν και η ματαίωσή τους αποκτά πιο ρεαλιστική επίγευση, όπως και οι ίδιες οι περιγραφές γίνονται πιο μαλακές, στερούμενες προηγούμενή πολυλογία, ως κλείσιμο μιας εποχής.